Μικρά Αγγλία PosterΜικρά Αγγλία

του Παντελή Βούλγαρη. Με τους Πηνελόπη Τσιλίκα, Σοφία Κόκκαλη, Αννέζα Παπαδοπούλου, Βασίλη Βασιλάκη, Ανδρέα Κωνσταντίνου, Μάξιμο Μουμούρη, Χρήστο Καλαβρούζο


Σανίδια ρημάδια...
του zerVo (@moviesltd)

Αρχόντισσα του Αιγαίου, περήφανη κυκλαδίτισσα Κυρά, αγκιστρωμένη στην αγκαλιά του Κάβο Ντόρο, ορθώνει απάγκιο και κυματοθραύστη προστατεύοντας από τα θαλασσινά στοιχειά, την μια ανασεμιά μακρινή της πρωτεύουσα. Τόσο κοντά στο Αθηναϊκό παραλήρημα, ώστε με καθάριο τον ουρανό να σμίγουν οι ματιές τους, μα και τόσο μακρινή συνάμα, στέκει αποκομμένη, αυτόνομη, αυτάρκης, με καλυμμένες όλες της τις ανάγκες, χάρη στους, καλά να τους έχει ο Άι Νικόλας, ντόπιους καραβοκύρηδες, που μέρα νύχτα βολοδέρνουν με τα σκαριά τους από την Μπατάβια ίσαμε την Σουραμπάγια. Μια Μικρά Αγγλία, μια κοπιαριστή σοσιαλιστική αντανάκλαση της Αλβιόνας, ψυχικά τε και σωματικά, που κάθε γυναικωνίτης βράχος της, υψώνει μαντήλι κάτασπρο στον ορίζοντα, στέλνοντας στο πέλαγο την ελπιδοφόρα του κραυγή: Ώρα καλή. Ώρα καλή...

Μικρά Αγγλία Wallpaper
Από τα δεκατρία του χρόνια στις θάλασσες, ο καπτάν-Σάββας, εξηντάρης πια, δεν δείχνει διατεθειμένος να επιστρέψει στον τόπο του, στην Άνδρο του, προτιμώντας την φτιαχτή του λευτεριά στους ντόκους της Μπραζίλιας, από τον γυρισμό του στο νησί. Εκεί που με τους γενναιόδωρους, βγαλμένους με αρμυρένιο κάματο, παράδες που στέλνει με την πόστα, μεγαλώνουν οι δύο θυγατέρες του, η μεγάλη η συνεσταλμένη, ευαίσθητη Όρσα και η μικρούλα, η δεκαεπτάχρονη, ατίθαση και φιλελεύθερη όσο προστάζει η ηλικία της Μόσχα. Με απόμακρη την φιγούρα του πατέρα, τα κορίτσια μεγαλώνουν κάτω από την αυστηρή επίβλεψη της μάνας Μίνας, σεβάσμιας δόνας της χώρας, που όνειρο και σκοπός της, είναι να τις καλοπαντρέψει με πλούσιους θαλασσινούς. Παντρειές βολής, μα όχι υποχρεωτικά αγάπης, που θα αποκαταστήσουν το μέλλον τους όπως τους πρέπει, αφήνοντας τις συνάμα έρημες και μοναχές, να αγκαλιάζουν την φωτογραφία με την ταξιδιάρα ανάμνηση του.

Η πρωτότοκη όμως, από τα μικράτα της έχει μάτια μόνο για τον Σπύρο τον Μαλταμπέ, φτωχόπαιδο, ορφανό, μεγαλωμένο με αρχές από τον συνετό μπάρμπα του, τον Αιμίλιο, που μόλις έχει πρωτομπαρκάρει στο ποντοπόρο, ελπίζοντας, ως Ανδριώτης, πως κάποτε θα αποκτήσει το δικό του το καράβι. Ούτε να ακούσει όμως δεν θέλει τους κρυφούς έρωτες της κόρης της με το μπατίρικο ανήψι του μισότρελου, η Μίνα, ταχέως θα στήσει προξενιό, με το εύπορο καπετανόπουλο των Βατοκούζηδων, τον Νίκο, δίνοντας της μάλιστα το προικιό που της αντιστοιχεί, το κάτω διαμέρισμα του δυόροφου αρχοντικού, που με τα εμβάσματα από την Αμερική φρόντισε να αναπαλαιώσει χρησιμοποιώντας τα καλύτερα υλικά. Το άσχημο μαντάτο της παντρειάς της καλής του, θα βρει τον ορκισμένο να την αγαπά για πάντα, θαλασσινό, μεσοπέλαγα. Απόγνωση...

...και πνιγμός. Τα σωθικά των δύο παιδιόθεν ερωτευμένων συντρίβονται, γίνονται κομμάτια, θρύψαλα στο βωμό της συμφεροντολογίας και της βολής. Η ιεραρχία, απούσης της πατρικής κεφαλής, χαμένης στην αγκαλιά κάποιας θερμόαιμης Λατίνας, ξεκινά και καταλήγει στις εντολές της μάνας, που έχει την γνώση της ζωντανής χηρείας, οδηγεί όμως τα παιδιά της προς τα εκεί, αφού εκείνο προστάζει το καλό τους και όχι το ριζικό τους. Όταν ο Σπύρος θα πιάσει ξανά λιμάνι, πολλά φεγγάρια κατοπινά, τρανός πλοίαρχος πια, θα γίνει δεκτός από την σκιά που κάποτες, δίχως κανένας άλλος να το ξέρει, τον είχε απορρίψει. Αυτή την φορά για την μικρή, την Μόσχα, που λιώνει στην μπρατσωμένη του θωριά. Κι αυτό το αντρόγυνο το καρτερεί το σπιτικό. Στο πάνω δώμα, που το χωρίζουν από την ισογειά, δέκα, δεκαπέντε τάβλες. Δέκα δεκαπέντε διάφανα σανίδια. Τα ρημάδια...

Η βουβή υποταγή στο πρόσταγμα της Ηγεσίας, θα στήσει διπλό χορό στην Χώρα. Τα κορίτσα του Σάββα βρήκαν την ευτυχία που τους έμελλε. Την πραγματική όμως? Όχι δα. Τα κάγκελα που έχουν υψωθεί γύρω από τις καρδιές εκείνων που αγάπησαν, καθηλώνουν την ματιά. Μουγκός κλαυθμός, σιωπηλό ουρλιαχτό, στο άκουσμα των βογκητών της αγάπης που τώρα εκδικείται. Ποιαν ακριβώς? Εκείνη που κρατά σφιχταγκαλισμένα τα ιερά κειμήλια, που μια φορά αγγίξαν τα μαγικά του χέρια. Το κουτάλι σκουριάζει από τ' αλάτι και μαζί του μαυρίζουν τα τζιέρια της Όρσας. Η μοίρα δεν έχει πει ακόμη της τελευταία της κουβέντα, όμως. Η μοίρα που αν πειράξεις τα γραφτά της, θα επιστρέψει ακόμη πιο άπονη και σκληρή, να δείξει το τρομακτικό της πρόσωπο.

Φυλακή μοιάζει η κάμαρη, φυλακή ορίζει η νήσος. Η κοινωνία. Ο κόσμος. Καθρέφτης πραγματικός η περατζάδα με τις χαμογελαστές καλημέρες που οδηγεί στο λιμάνι, του τι τρέχει πραγματικά σε ολάκερη την υφήλιο. Κανείς δεν είναι κανενός, κανείς δεν έχει πλέον το δικαίωμα. Σκυμμένα κεφάλια στις τάσεις της παγκοσμιοποίησης, στους κανόνες που άπαντες άλαλοι και αποκαμωμένοι καλούνται να στριφογυρίσουν τον μπάλο. Ποιον νοιάζει τι διαλαλεί το μέσα σου? Κανέναν! Ούτε την ίδια την γυναίκα που σε έφερε στον κόσμο. Η κατάληξη γνωστή και μη εξαιρετέα. Ισόβια δεσμά. Τιμωρία χωρίς λόγο, χωρίς αφορμή, χωρίς οίκτο. Μόνο γιατί υπάρχεις. Διάολε! Που είναι εκείνα τα παραμύθια με τις φωτεινές πριγκίπισσες και τα κατάλευκα άλογα?

Δυο φορές έπρεπε να καρφώσω το βλέμμα στην Μικρά Αγγλία. Μια για να το σκεφτώ και μια για να αποφασίσω να το εκστομίσω. Μια για να συντριβώ πάνω στον ανείπωτο καημό που βγάζει η μεγαλειωδέστερη σεκάνς στα σύγχρονα χρονικά του γαλανόλευκου σινεμά και μια για να πεισθώ πως ο δημιουργός της έχει φτάσει στο απόγειο της δημιουργικής του έμπνευσης. Δεν με νοιάζουν τα μελετημένα σκηνικά, ούτε με καθίζουν ακίνητο τα βγαλμένα από τα σεντούκια και τις ανδριώτικες αποθήκες παραδοσιακά ντεκόρ, που τηλεμεταφέρουν την σκέψη, πίσω στον Μεσοπόλεμο, δίχως υποψία σύγχρονου λάθους στα καρέ. Με κοκαλώνει όμως η ψυχή βαθιά που πηγάζει από δαύτα, οι αλήθειες που κάθε ένας χειροποίητος σκαλιστός μπουφές ή μια πολυκαιρισμένη βιτρίνα αναδύουν στην οθόνη. Άπαντα ποτισμένα θάλασσα. Πόσα μυστικά να κρύβουν κι εκείνα μέσα τους άρα..?

Πεπειραμένος στο να στήνει δράματα εποχής, χάρη στις προ δεκαετίας ακριβές Νύφες του - οι περατλαντικοί παράδες που λέγαμε - ο Παντελής Βούλγαρης διορθώνει τις οποιεσδήποτε αισθητικές ατέλειες εκείνης της φοράς, ανεβαίνοντας τουλάχιστον ένα επίπεδο παραπάνω ως μαέστρος. Ακριβό κι εδώ το πόνημα, έχει μια εξτρά τεράστια αβάντα όμως. Δεν είναι φιλμαρισμένο στα εντόσθια ενός υπερωκεάνιου, αλλά σε μια απίστευτου κάλλους ύπαιθρο, που κάθε κλικ της φαντάζει σαν υπογεγραμμένη από τον Cezanne ελαιογραφία. Σε αυτό το ονειρικό περιτύλιγμα, ξεδιπλώνονται οι πάμπολλοι χαρακτήρες της ίντριγκας, μελετημένοι μέχρι το έπακρο σε μια παρατεταμένη χρονικά - είναι η αλήθεια - αφήγηση, προκειμένου να βγουν στο εκράν πλήρεις οι μορφές που στοίχισε στις γραμμές του βιβλίου της η Καρυστιάνη.

Ευτυχία για την Μικρά Αγγλία, το καταπληκτικό καστ, που επισκιάζει ακόμη και εκείνη την αρτιότητα της καλλιτεχνικής διεύθυνσης και αποδίδει μια μπόνους εύφημη μνεία στην Βούλγαρη - κόρη, που το επιμελήθηκε. Ανσάμπλ γυναικείο, εκφραστικό μέχρι δακρύων, ορισμένο από την ηγετικών μορφασμών, εκφράσεων και κινήσεων Αννέζα Παπαδοπούλου, που κινούμενη ως αυταρχική God Save The Queen της μικροκοσμικής φαμίλιας, προσφέρει υποστηρικτική ερμηνεία παγκόσμιου βεληνεκούς. Πιότερο καθηλωτική κι από την ομορφάδα της, ειδικά στην τελευταία πράξη, όταν η αποκάλυψη την έχει καταστήσει ένα ανθρώπινο ράκος, η Πηνελόπη Τσιλίκα, μοιράζεται το χειροκρότημα με την επίσης άρτι απόφοιτη της Δραματικής Σχολής, Σοφία Κόκκαλη, που με πειστικά ρεαλιστική χαλαρότητα αποδίδει την μικρή της αδελφή. Πόντος καταγράφεται και στην παρουσία του Ανδρέα Κωνσταντίνου - στις χρυσές ημέρες του ελληνικού εμπορικού κινηματογράφου, θα είχε κάνει πάταγο - που υποδύεται τον άντρα συνδετικό κρίκο όλων των προσώπων της ιστορίας, όχι όμως και στον πολύ πιο σφιγμένο Μάξιμο Μουμούρη, που στέκει, ως η πιο άχαρη περσόνα του έργου, κακά τα ψέματα, πιο επίπεδος από το απαιτητό.

Για πες: Δεν τίθεται καν θέμα για το αν πρόκειται για το φιλμικό γεγονός της χρονιάς, σε ότι αφορά τον σε διαρκή ανάταση εγχώριο σινεμά. Προσωπική μου εκτίμηση και ο χρόνος είναι μόνο εκείνος που θα το επιβεβαιώσει, είναι πως το βασισμένο σε ένα πανίσχυρο και πλήρες σε εντάσεις, συγκινησιακές φορτίσεις και ανατροπές σεναριακό πατρόν, κοινωνικό δράμα του Βούλγαρη, είναι η πληρέστερη (αν και όχι τόσο πολιτικά ουσιώδης, όσο επιζητούν οι μέρες μας) δουλειά της πολύ μεγάλης του καριέρας.

Μικρά Αγγλία Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Δεκεμβρίου 2013 από την Feelgood

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική